Διαμεσολάβηση-Μια εναλλακτική λύση για επιχειρήσεις

Διαμεσολάβηση, μια εναλλακτική λύση για επιχειρήσεις

Του Χαρη Π. Μεϊδανη*

(Το παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή της 17.04.2011)


Στο Πρωτοδικείο Αθηνών οι υποθέσεις για ποσά άνω των 80.000 ευρώ δικάζονται, στην καλύτερη περίπτωση, τουλάχιστον σε 2 έτη από την κατάθεση της αγωγής, ενώ απόφαση μπορεί να εκδοθεί ακόμη και σε 3 έτη από την κατάθεση της αγωγής! Τυχόν έφεση θα έχει ως συνέπεια τη δικαστική επίλυση σε διάστημα άνω των 5 ετών στην καλύτερη περίπτωση, χωρίς να αποκλείεται η δικαστική διαμάχη να φτάσει ακόμη και τη 10ετία.

Αντιθέτως, μία διαμεσολάβηση μπορεί να ολοκληρωθεί με επιτυχία σε μία εργάσιμη ημέρα! Και μόνο αυτό είναι αρκετό για να εξετάσει κανείς τον θεσμό αυτό.

Είναι η εναλλακτική μέθοδος επίλυσης διαφορών με την οποία ένα τρίτο πρόσωπο (ο διαμεσολαβητής) επιδιώκει να βοηθήσει τα μέρη που έχουν μία διαφορά να βρουν τα ίδια μία αμοιβαία αποδεκτή λύση. Ο διαμεσολαβητής δεν εκδίδει «απόφαση», αλλά τα ίδια τα μέρη καταλήγουν σε συμφωνία την οποία μπορούν να επικυρώσουν (π.χ. συμβολαιογραφικά ή δικαστικά) για να της προσδώσουν την αναγκαία ισχύ (εκτελεστότητα).

Η διαμεσολάβηση έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά: Αμεροληψία του διαμεσολαβητή (τον οποίον επιλέγουν από κοινού τα μέρη), μυστικότητα, προφορικότητα της διαδικασίας, εκούσιο της διαδικασίας.

Η λύση, εφόσον επέλθει σε ένα τέτοιο περιβάλλον, θα είναι προφανώς εκούσια και θα στηρίζεται στην εκτίμηση των συμφερόντων των μερών και στη συναντίληψη που θα διαμορφωθεί μεταξύ τους. Με άλλες λέξεις, η νομική ρύθμιση έρχεται σε δεύτερη μοίρα ή ορθότερα είναι μία από τις παραμέτρους που τα μέρη θα λάβουν υπόψη τους στην απόφασή τους. Επίσης η διαμεσολάβηση είναι, εκτός από σύντομη και εξαιρετικά οικονομική...

Διαμεσολάβηση ή διαιτησία

Η διαμεσολάβηση διαφέρει από τη διαιτησία, δηλ. την απονομή δικαιοσύνης από ιδιώτες –διαιτητές– που τα ίδια τα μέρη έχουν επιλέξει, κυρίως στο ότι οι διαιτητές εκδίδουν απόφαση (όπως και τα δικαστήρια). Η απόφαση των διαιτητών μάλιστα, έχει ισχύ ουσιωδώς όμοια με αυτή ενός δικαστηρίου.

Οι επιχειρήσεις θα είχαν σαφέστατο κίνητρο να λύνουν τις διαφορές τους με αυτόν τον τρόπο για τους εξής λόγους:

(α) Θα αποφεύγουν τα εξαιρετικά επιβαρυμένα πινάκια των δικαστηρίων.

(β) Θα μπορούν να δίνουν «εμπορικές» και όχι αμιγώς νομικές λύσεις στις διαφορές τους και να διατηρούν τη σχέση με τον συνεργάτη τους με τον οποίο έχουν μία διαφωνία.

(γ) Θα μπορούν να γλιτώνουν σημαντικά έξοδα, τα οποία υπάρχουν στην περίπτωση της δίκης ή της διαιτησίας.

(δ) Θα μπορούν να περιορίζουν τις επισφάλειες από τους ισολογισμούς τους.

Μετά τον νόμο 3898/2010, η διαμεσολάβηση αποτελεί μία νομικά κατοχυρωμένη μέθοδο επίλυσης διαφορών και στην Ελλάδα. Με βάση τον νόμο αυτό, διαμεσολαβητές θα είναι δικηγόροι, όχι φυσικά όλοι, αλλά μόνο όσοι εκπαιδευτούν και πιστοποιηθούν με διαδικασία που ο νόμος προβλέπει. Η σχετική εκπαίδευση αφορά την απόκτηση δεξιοτήτων που είναι αναγκαίες για τη διαμεσολάβηση. Η ιδιότητα του διαμεσολαβητή προϋποθέτει συγκεκριμένα ανθρώπινα χαρακτηριστικά (ιδίως ανεκτικότητα, κατανόηση, ενσυναίσθηση) αλλά και την αναγκαία εκπαίδευση στις δεξιότητες της διαμεσολάβησης. Η νομική κατάρτιση σαφώς είναι ανεξάρτητη από αυτά αλλά μπορεί να αποτελέσει ένα πλεονέκτημα. Πάντως, ήδη στην Ελλάδα υπάρχουν περί τους 50 διαπιστευμένους σε κέντρα του εξωτερικού διαμεσολαβητές και επομένως υφίσταται ένας πρώτος πυρήνας ειδικών.

Αυτό που σε πρώτη φάση χρειάζεται είναι κάποιες δοκιμές οι οποίες, εάν γίνουν σε σωστό πλαίσιο από κατάλληλους ανθρώπους, μπορεί να επιλύσουν επιτυχώς κάποιες από τις αντιδικίες των επιχειρήσεων. Εφόσον η διαμεσολάβηση ριζώσει, μπορεί να βοηθήσει και στην ταχύτερη εκδίκαση των υποθέσεων που θα συνεχίσουν να επιλύονται δικαστικά.

* Δικηγόρος - Δ.Ν., MCIArb, Διαμεσολαβητής-Ελληνικό Κέντρο Διαμεσολάβησης και Διαιτησίας