Η Διαμεσολάβηση (επί τέλους) στην πράξη!

Η ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ (επιτέλους!) ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ

Εμπειρίες από μια διαμεσολάβηση

(Το παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΕΝΩΠΙΟΝ του Δ.Σ.Θ. το Δεκέμβριο του 2014)

Στην Ελλάδα, μετά την έλευση του Νόμου 3898.2010, ξεκίνησε αρχικά η εκπαίδευση στις τεχνικές διαμεσολάβησης, με αποτέλεσμα να υπάρχει αυτή τη στιγμή ένας ικανός αριθμός περίπου 1000 πιστοποιημένων διαμεσολαβητών ανά την Ελλάδα. Ως εκπαιδευτής διαμεσολαβητών, είχα την τύχη να έρθω σε επαφή με τους εκπαιδευόμενους και να μοιραστώ με αυτούς τον ενθουσιασμό τους, για το καινούριο θεσμό που ήρθε στην Ελλάδα. Πιστεύω ότι η διαμεσολάβηση και η δια βίου εκπαίδευση σε αυτήν και στις τεχνικές των διαπραγματεύσεων αλλάζει τον τρόπο, που γενικά ένας δικηγόρος λειτουργεί, βελτιώνοντας κατά πολύ την ποιότητα των παρεχόμενων εκ μέρους του υπηρεσιών. Επίσης, συντελούν στο να ανταποκριθεί ο σύγχρονος δικηγόρος στις ανάγκες του εντολέα-πελάτη του, όταν η διατήρηση των σχέσεων με την άλλη πλευρά ή οι σύντομη επίλυση της διαφοράς αποτελούν κρίσιμους παράγοντες της διαφοράς.

Ως θιασώτης της πρακτικής εφαρμογής της διαμεσολάβησης στην Ελλάδα, στα πλαίσια μιας σημαντικής αστικής-εμπορικής διαφοράς, που κλήθηκα να αντιμετωπίσω, με αυξημένο αγωγικό αντικείμενο (άνω των 350.000 Ευρώ), η οποία εκκρεμούσε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών, πήρα την πρωτοβουλία να επικοινωνήσω με την δικηγόρο της άλλης πλευράς και να προτείνω να δοκιμάσουμε τη διαμεσολάβηση, προ εκδικάσεως της υπόθεσης. Προς τιμήν της η συνάδελφος, αν και δεν ήταν εξοικειωμένη με το θεσμό, δεν ήταν απευθείας αρνητική αλλά επιφυλάχθηκε να απαντήσει. Όντως μετά από λίγες ημέρες, πήρα την θετική απάντηση να το δοκιμάσουμε. Σε σύντομο χρονικό διάστημα επιλέχθηκαν δύο διαμεσολαβήτριες, εκπαιδευμένες από το Ελληνικό Κέντρο Διαμεσολάβησης και το CEDR. Σημειώνεται ότι επιλέχθηκαν δύο, λόγω του περίπλοκου της υπόθεσης, της έλλειψης σημαντικών εμπειριών εκ μέρους των διαμεσολαβητών αλλά και του πολυπρόσωπου της συγκεκριμένης διαδικασίας, δεδομένου ότι από κάθε πλευρά θα παρίσταντο 3 έως 4 άτομα. Χώρος διαμεσολάβησης επιλέχθηκε η Πειραιάς, για λόγους ουδετερότητας, προκειμένου ψυχολογικά καμία πλευρά να μη νιώθει ότι «φιλοξενείται» από την άλλη. Ορίστηκε δε ημέρα διαμεσολάβησης μετά από 10 ημέρες, προκειμένου να υπάρξει άρτια προετοιμασία των μερών.

Το διάστημα προ της διαμεσολάβησης υπήρξε αρκετά επίπονο, μιας και ενημέρωσα τον πελάτη ότι πρέπει να υπάρξει προετοιμασία, ίση σε κόπο αλλά διαφορετική σε ποιότητα, με αυτή τη δίκης. Συγκεκριμένα, πρώτον έγινε ανάλυση όλων των επιμέρους παραμέτρων της υπόθεσης, προκειμένου να κατανοήσει ο εντολέας μου αλλά και εγώ ο ίδιος τα δυνατά και αδύναμα σημεία της υπόθεσης αλλά και τα νομικά επιχειρήματα, που διαθέταμε ως εναγόμενοι, εάν η υπόθεση τελικά εκδικάζονταν. Αυτό βοήθησε στο επόμενο στάδιο προετοιμασίας, στο οποίο καταστρώσαμε πιθανές λύσεις και διάφορα σενάρια επίλυσης της διαφοράς, τα οποία κρίναμε μετά από σκέψη πως θα ήταν καλύτερα από την όποια δικαστική επίλυση της διαφοράς. Σε κάθε περίπτωση, καταλήξαμε ότι η υπόθεση ενείχε σημαντικό ρίσκο για την πλευρά μας, εφόσον οδηγούνταν στο ακροατήριο.

Την ημέρα της διαμεσολάβησης φτάσαμε νωρίς το πρωί στο χώρο, που θα μας φιλοξενούσε, προκειμένου να διαθέταμε ικανό χρόνο για την εξέλιξη της διαδικασίας. Σημειωτέον ότι είχε συμφωνηθεί πως η όλη διαδικασία θα κρατούσε μόνο εκείνη την ημέρα. Οι δύο πλευρές είχαν προσπαθήσει και προ ετών να επιλύσουν τη διαφορά τους. Ωστόσο, το σύνθετο της υπόθεση αλλά και η καχυποψία εκατέρωθεν ήταν οι λόγοι, που είχαν αποτρέψει τη διευθέτηση της υπόθεσης. Αυτός ήταν και ο λόγος, που πίστευα από την αρχή ότι η διαμεσολάβηση, μπορούσε να λειτουργήσει, μιας και η παρουσία του διαμεσολαβητή, στις περιπτώσεις αυτές, είναι συχνά καταλυτική.

Την αρχική αμηχανία της αρχικής συνάντησης, όπου οι αντίδικοι συναντήθηκαν μετά από 2 έτη αντιδικίας, ακολούθησε το στάδιο των επί μέρους συναντήσεων, όπου επί ώρες τα μέρη προσπαθούσαν να ξετυλίξουν τις απόψεις τους και να αναλύσουν όλες τις πτυχές της περίπλοκης αυτής υπόθεσης. Ωστόσο, μετά το πέραν των ωρών γίνονταν σαφές ότι καμία πρόοδος δε λάμβανε χώρα, μιας και έκαστο μέρος ήταν κολλημένο στις θέσεις του. Τότε σε συνεννόηση με τους διαμεσολαβητές πάρθηκε η απόφαση να γίνει ακόμη μια συνάντηση, προκειμένου να εντοπιστεί η πηγή του προβλήματος, που δεν άφηνε τη διαδικασία να κυλίσει. Πραγματικά, και αυτό ήταν το συναρπαστικό της όλης διαδικασίας, η κοινή αυτή συνάντηση έδρασε πραγματικά καταλυτικά. Σύντομα έγινε σαφές ότι ήδη από την αρχή της αντιδικίας, είχαν συμβεί κάποια περιστατικά, που είχαν οδηγήσει και τις δύο πλευρές να είναι δύσπιστες και να αντιμετωπίζουν την άλλη πλευρά ως κακόπιστη.Σημειώνεται ότι αυτό διαφάνηκε όχι αναίμακτα αλλά από πραγματικά συγκρουσιακές καταστάσεις, που εκδηλώθηκαν στη κοινή αυτή συνάντηση. Ωστόσο, το στάδιο αυτό μέσω λεπτών χειρισμών αποδείχθηκε καθαρτικό, μιας και έγινε εφικτό επί τέλους να εντοπιστούν τα πραγματικά αίτια της δυσπιστίας και εν τέλει, μετά από στιγμές κορύφωσης της έντασης μεταξύ των μερών και πάντοτε με την καθοδήγηση των διαμεσολαβητών και των νομικών συμβούλων να φτάσουν να δοθούν εκατέρωθεν εξηγήσεις και, ως εκ του θαύματος κατά τις 10 το βράδυ ξαφνικά η διαδικασία άρχισε να καλπάζει προς επίλυση, προς έκπληξη όλων μας. Ωστόσο, τίποτα δεν ήταν τυχαίο. Είναι πραγματικό συναρπαστικό να βλέπεις μπροστά σου πως οι ανθρώπινες σχέσεις, με κατάλληλο χειρισμό, μπορούν να οδηγηθούν από την απόλυτη σύγκρουση, στον κατευνασμό και τη συμφιλίωση. Ακόμα δε και ο παράγοντας του χρόνου αλλά και η κόπωση των μερών, με τους κατάλληλους χειρισμούς, συνετέλεσαν καταλυτικά στην αναστροφή του δυσάρεστου κλίματος. Όταν δε επιτεύχθηκε η λύση, περίπου στα μεσάνυχτα, το αίσθημα ικανοποίησης ήταν πραγματικά υπέροχο. Κατανοώ ότι το αίσθημα της νίκης σε μια δίκη είναι πολλές φορές εξαιρετικό. Η αίσθηση ωστόσο ότι συνέδραμες στην επίλυση μιας διαφοράς, αφήνοντας τα μέρη σε σαφώς καλύτερη μεταξύ τους σχέση, μπορεί να μην δημιουργεί το πολλές φορές φιλάρεσκο συναίσθημα της νίκης αλλά αφήνει μια πραγματικά γλυκιά και βαθειά αίσθηση ότι κάτι πραγματικό καλό κατέστη δυνατό.

Αξίζει να σημειωθεί ότι μετά τη 12ωρη διαδικασία, άπαντες έφυγαν νιώθοντας πραγματική. Τη δε υπόλοιπη ημέρα, όλοι οι εμπλεκόμενοι ήρθαμε αυθόρμητα σε επικοινωνία μεταξύ μας, για να κοινωνήσουμε αυτή μας την ικανοποίηση. Όσοι δε για πρώτη φορά έζησαν αυτήν την εμπειρία έδειξαν την πλήρη ικανοποίησή τους από τη διαδικασία, η οποία τους επέτρεψε να διαπραγματευτούν με άνεση χρόνου. Μάλιστα, επειδή οι εντολείς ήταν έμπειρα στελέχη, αναδείχθηκε αμέσως η διαφορά με τη δικαστική διαδικασία, που σε καμία περίπτωση δεν θα επέτρεπε παρόμοια διεξοδικό τρόπο χειρισμό της υπόθεσης. Συνοπτικά, τα συμπεράσματα από μια πραγματική, επίπονη και μακρά σε διάρκεια διαμεσολάβηση μπορούν εν συντομία να περιγραφούν ως εξής:

· Στη διαμεσολάβηση (μπορεί να) δίδεται στα μέρη, τους νομικούς συμβούλους τους και το διαμεσολαβητή πολύ περισσότερος χρόνος να διευθετήσουν την υπόθεσή τους από οποιοδήποτε δικαστήριο. Στην περίπτωσή μας αγγίξαμε τις 12 ώρες διαπραγματεύσεων, στις οποίες πρέπει να προστεθούν και οι αρκετές ώρες προετοιμασίας και επικοινωνίας με τους διαμεσολαβητές προ της διαδικασίας.

· Η άρτια προετοιμασία μερών και δικηγόρων, ισόποση τουλάχιστον με αυτήν που προηγείται της δικαστικής διαμάχης, είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να επιτύχει η όλη διαδικασία. Γνωστοί διαμεσολαβητές αναφέρουν ότι τρία στοιχεία είναι απαραίτητη για να λειτουργήσει με επιτυχία η διαμεσολάβηση: προετοιμασία, προετοιμασία και προετοιμασία.

· Τα μέρη πρέπει να ενημερώνονται από τους νομικούς παραστάτες τους για τη φύση της διαδικασίας και τις διαφορές, που έχει με τη δικαστική διαμάχη. Σε αντίθετη περίπτωση, η διαδικασία θα αναλωθεί σε αδιέξοδες αντεγκλήσεις, όπως στο ακροατήριο.

· Η προσέγγιση της διαμεσολάβησης, ιδίως εκ μέρους των δικηγόρων, πρέπει να είναι αντάξια της διαδικασίας και δεν μπορεί να ομοιάζει με τη στάση που συνήθως έχουμε στο ακροατήριο. Εδώ ο ρόλος του δικηγόρου είναι εντελώς διαφορετικός. Προς τούτο, η εκπαίδευση του δικηγόρου στη διαμεσολάβηση είναι απολύτως απαραίτητη. Συχνά, καλόπιστος δικηγόρος, που δεν έχει ιδέα για τη διαδικασία, μπορεί να δράσει μη παραγωγικά από άγνοια. Είναι σύνηθες. Οι δικηγόροι δεν τα ξέρουμε όλα.

· Η πληθώρα των εν δυνάμει λύσεων είναι πραγματικά σημαντική, αρκεί να προσέλθουν τα εμπλεκόμενα μέρη με δημιουργική διάθεση. Η διαμεσολάβηση εμπεριέχει τη σύγκρουση. Απλώς εναπόκειται στο διαμεσολαβητή και στους δικηγόρους να οδηγηθούν από τη σύγκρουση στη λύση.

· Οι τεχνικές των διαπραγματεύσεων, είναι κάτι που μαθαίνεται και βελτιώνεται. Δεν είναι κάτι που το ξέρουμε, χωρίς να το έχουμε διδαχτεί, παρά τα όσα πιστεύουμε. Λανθασμένος χειρισμός διαπραγματεύσεων, οδηγεί σε καταστροφικά αποτελέσματα, χωρίς πολλές φορές να το καταλαβαίνουμε. Και αυτό είναι το χειρότερο.

Το καλοκαίρι είχα τη τύχη να παρακολουθήσω το διάσημο εργαστήρι διαμεσολάβησης του πανεπιστημίου Harvard των Η.Π.Α.. Εκεί, ήρθα σε επαφή με συναδέλφους δικηγόρους και διαμεσολαβητές από όλον τον κόσμο. Για μια ακόμη φορά μου κατέστη σαφές ότι ο πλανήτης οδεύει προς ένα μοντέλο απονομής δικαιοσύνης, όπου η εξωδικαστική επίλυση διαφορών θα παίζει σημαντικό ρόλο. Σε πολλές χώρες, αυτό αποτελεί ήδη πραγματικότητα. Και είναι κυριολεκτικά ζηλευτό να συνομιλείς με συναδέλφους, που μιλάνε για το σύστημα απονομής δικαιοσύνης των χωρών τους με υπερηφάνεια. Δεν καταλαβαίνω γιατί δεν μπορούμε να το ζήσουμε και εμείς αυτό. Και πως έχουμε συμβιβαστεί με τη σημερινή απαράδεκτη κατάσταση.

Η διαμεσολάβηση διεθνώς θεωρείται ως ένα μοντέλο πετυχημένο μοντέλο εξωδικαστικής διευθέτησης διαφορών, που λειτουργεί όχι μόνο παράλληλα αλλά και σε αγαστή συνεργασία με το δικαστικό σύστημα.Δεν κάνει για όλες τις υποθέσεις ούτε είναι πανάκεια. Αλλά ειδικά σε μικροδιαφορές, σε υποθέσεις «γειτονίας» (από τις οποίες βρίθει η ελληνική επαρχία), σε εμπορικές και οικογενειακής φύσης διαφορές, μπορεί κυριολεκτικά να δώσει θαυμαστά αποτελέσματα.

Το να θεωρούμε ότι η Ελλάδα αποτελεί μια ειδική περίπτωση, όπου δεν χωρεί η διαμεσολάβηση, ειλικρινά δεν ισχύει. Συχνά ακούγεται ότι η Ελλάδα έχει «ιδιαίτερα χαρακτηριστικά». Κατ’ αρχάς από έρευνα, που έχω διενεργήσει, αποδεικνύεται ότι στον ελληνικό χώρο από την αρχαιότητα μέχρι και τον 19ο αιώνα, υπήρχαν πολυάριθμοι φορείς και θεσμοί εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών. Απλώς η πρακτική αυτή για συγκεκριμένους λόγους εγκαταλείφθηκε στον 20ο αιώνα, με τα γνωστά αποτελέσματα, που αντιμετωπίζουμε καθημερινά: Συνωστισμός υποθέσεων, κάκιστες συνθήκες διαβίωσης στα δικαστήρια, πτωχή ποιότητα παραγόμενων αποφάσεων. Επιπλέον, ενημερωτικά, σε κάθε χώρα που έφτασε η διαμεσολάβηση, η αρχική αντίδραση είναι πάντα αυτή: η χώρα έχει κάποιες ιδιαιτερότητες. Η εμπειρία μου έχει αποδείξει ότι οι επιφυλάξεις για τη διαμεσολάβηση οφείλονται ή στην άγνοια για το θεσμό ή σε αντικρουόμενα συμφέροντα.

Ως προς τα τελευταία, πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η διαμεσολάβηση, ως εξωδικαστική μορφή επίλυσης διαφορών, έρχεται αν αλλάξει την παγιωμένη εδώ και δεκαετίας αντίληψη ότι για κάθε αντιδικία αρμόδια είναι τα δικαστήρια. Η παγιωμένη αυτή κατάσταση προφανώς εξυπηρετεί συγκεκριμένους κλάδους και ομάδες, οι οποίες τώρα αντιδρούν έντονα στην αλλαγή του σκηνικού. Απόλυτα κατανοητό. Η Ευρωπαϊκή Ένωση βέβαια ρητά αναφέρει στη σχετική Οδηγία για τη διαμεσολάβηση ότι σκοπός είναι ο «ισόρροπος χαρακτήρας της διαμεσολάβησης έναντι της δικαστικής επίλυσης διαφορών». Αυτός είναι λοιπόν ο σκοπός και αυτό είναι το μέλλον, προς όφελος των πολλών, δικηγόρων και πολιτών. Ως εκ τούτου, οι όποιες αντιδράσεις των λίγων, απλά καθυστερούν τα μελλούμενα, δεν μπορούν να τα ανατρέψουν. Ας πιστέψουμε στη διαμεσολάβηση και ας τη διδαχτούμε. Είναι βέβαιο, πως μόνο θετική υπεραξία έχει να προσφέρει στο πολύπαθο νομικό μας κόσμο.

Δημήτρης Θεοχάρης, Δικηγόρος, L.L.M., υπ. Δρ. Νομικής ΕΚΠΑ

Διαμεσολαβητής, Εκπαιδευτής Διαμεσολαβητών (ΙΝΚΑΔΙΛ),

Ηarvard University, PON Accredited.